19/03/2010

Γράφει ἡ Ναυσικᾶ Παπαϊωάννου

    

      Εἶναι βέβαια γνωστὸν ὅτι στὴν ὑφήλιο ὑπάρχουν διαφορετικὲς ράτσες, ποὺ  σαφῶς διαφέρουν ἀπὸ τὰ διαφορετικὰ  φυλετικὰ χαρακτηριστικά τους. Καὶ  εἶναι ἐπίσης γνωστό, ὅτι οἱ διάφορες ράτσες βρίσκονται σὲ διαφορετικὲς βαθμίδες ἐξέλιξης, ποὺ καθορίζεται ἀπὸ τὴν ἔνταση τῶν πνευματικῶν τους ἀναζητήσεων καὶ τὸν βαθμὸ προόδου τῶν τεχνῶν καὶ τῶν γραμμάτων, ποὺ φέρνουν τὸν ἄνθρωπο πιὸ κοντὰ στὴν προσομοίωση μὲ τὸν Δημιουργό του, δηλ. πιὸ κοντὰ στὴν Σοφία τῆς ταπεινότητας καὶ στὴν Ἀγάπη, σ’ αὐτὸ ποὺ θὰ λέγαμε «πρότυπο τοῦ Ἀνώτερου Ἀνθρώπου».

     Ὡς  ἐκ τούτου, ρατσισμὸς δὲν εἶναι  ὅπως πολλοὶ διατείνονται, ἡ πεποίθησις ὅτι ὑπάρχουν διαβαθμίσεις ἐξέλιξης στὶς διάφορες φυλές – κάτι ποὺ ἀληθεύει ἀντικειμενικά – ἀλλὰ ἡ ἰδεολογία κάποιων φυλῶν, ποὺ βασιζόμενες σὲ ὑπαρκτὴ ἢ φανταστικὴ ὑπεροχή , πιστεύουν καὶ ὑποστηρίζουν ὅτι αὐτὲς εἶναι προορισμένες νὰ κυριαρχήσουν στὸν πλανήτη καὶ οἱ ὑπόλοιποι ὑπάρχουν γιὰ νὰ τοὺς ὑπηρετοῦν. Ἔτσι συντηροῦν μία κατάσταση κυρίων καὶ δούλων.

     Οἱ  ρατσιστικὲς φυλὲς χαρακτηρίζονται  ἀπὸ σκληρότητα, ἀπάνθρωπη διάθεση πρὸς τοὺς συνανθρώπους τους, ἄλλων φυλῶν, ἀπὸ κατακτητικὴ δίψα κι ἐπικράτηση. Πρόκειται γιὰ ἐπιθετικὲς φυλὲς καὶ κατὰ βάσιν ὑλιστικές, ἐφ’ ὅσον ρίχνουν τὸ βάρος τους στὴν ἐπίγεια βασιλεία καὶ κυριαρχία ἐπὶ τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Εἶναι φυλές, ποὺ ἐπικρατοῦν μὲ τὴν βία τοῦ πολέμου καὶ τοῦ οἰκονομικοῦ ἐκβιασμοῦ, ποὺ στόχος τους εἶναι ἡ τυραννία καί ἡ ἐκμετάλλευσις τῶν ὑποδουλωμένων ἢ ἡ ἐξαφάνισή τους, γι’ αὐτὸ προβαίνουν καὶ σὲ γενοκτονίες. Μὲ ἕνα λόγο, εἶναι φυλές, ποὺ διψοῦνε γιά δύναμη καί ἐπιβολή καὶ μποροῦν νά δείξουν ἀφάνταστη πειθαρχία, νὰ ὑποστοῦν ὁποιαδήποτε θυσία καὶ νὰ χρησιμοποιήσουν ἀδίστακτα κάθε μέσον γιὰ νὰ πετύχουν τὸν σκοπό τους. Τόσο ἀβυσσαλέα εἶναι ἡ δίψα τους γιὰ ἐπικράτηση, ποὺ ἀποκαλύπτει πόσο τραγικὰ ἀβυσσαλέα εἶναι ἡ ὑπαρξιακή τους ἀγωνία γιὰ τὴν μετὰ θάνατον ἐπιβίωσή τους καὶ πόσο ἔντονο εἶναι τὸ ἐσωτερικὸ κενὸ καὶ ἡ ἀβεβαιότητά τους, ἐπειδὴ ἔχουν χάσει ἤ δὲν βρῆκαν ποτὲ τὴν σύνδεση μὲ τὸν Ζωντανὸ Θεό.

     Αὐτὴ  ἡ ψυχολογία εἶναι ἐντελῶς  ἀντίθετη σὲ λαούς, ποὺ ἡ πνευματικότητά τους ἀναγνωρίζεται ἀβίαστα ἀπό τοὺς ἄλλους καὶ λόγῳ φυσικῆς ὑπεροχῆς ὁ πολιτισμός τους ἐπικρατεῖ καὶ ἀνεβάζει τό ἐπίπεδο ὅσων ἔρχονται σὲ ἐπαφὴ μαζί τους, ἐξευγενίζοντάς τους ψυχικά. Εἶναι λαοὶ εἰρηνικοὶ κι ἐπικοινωνιακοί, μὲ βαθειὰ ἀνθρωπιά. Συνήθως βρίσκονται ἐν ἀμύνῃ ἐπειδὴ οἱ στόχοι τους εἶναι πνευματικοὶ καὶ ἡ φύση τους ἤπια καὶ ἀλτρουϊστική. Τὸ δικό τους μειονέκτημα βρίσκεται, στὸ ὅτι εἶναι ἀθεράπευτα εὐδαιμονιστὲς καὶ ἐπαναπαυμένοι. Δὲν πράττουν τὸ κακὸ ἐνεργητικά, ἀλλὰ παθητικὰ μὲ τὸ νὰ παραμελοῦν τὸ χρέος τους.

     Ἀπὸ τὰ παραπάνω, μπορεῖ νὰ καταλάβει  κανεὶς ὅτι οἱ Ἕλληνες ὡς λαός, οὐδέποτε ἦταν ρατσιστὲς καὶ οὐδέποτε πρόκειται νὰ γίνουν, ἐπειδὴ εἶναι  κάτι ἔξω ἀπὸ τὴν ἰδεολογία τους καὶ τὴν φύση τους, ποὺ εἶναι τῆς εὐχαρίστησης καὶ ὄχι τῆς ἐπιβολῆς. Γι’ αὐτό ἀκόμα καὶ νὰ τὸ θελήσουν, ἐπειδὴ κινδυνεύουν νὰ ἐξαφανισθοῦν, δὲν θὰ τὰ καταφέρουν. Ἡ φύση τους εἶναι βαθειὰ ἀνεξάρτητη καὶ δημοκρατικὴ καὶ ὁ φασισμὸς οὐδέποτε βρῆκε ἐδῶ ἔδαφος πρόσφορο. Οἱ κάποιοι διάσπαρτοι ἐδῶ καὶ κεῖ φανατισμοί, ποὺ εἶναι ἀντιδράσεις στὴν πολεμικὴ ἐξαφάνισής τους ἀπὸ τοὺς πραγματικοὺς ρατσιστές, δὲν μποροῦν νὰ ριζώσουν στὴν ψυχὴ τοῦ Ἕλληνα καὶ νὰ δημιουργήσουν ἀπειλὴ γιὰ τοὺς ξένους. Ἂς μὴν παραπαίουν λοιπὸν οἱ Ἕλληνες καὶ γεμίζουν ἐνοχές, ὅταν ἐπίτηδες κάποιοι τοὺς κατηγοροῦν γιὰ ρατσιστὲς ἐπειδὴ διαμαρτύρονται γιὰ τὴν ἀθρόα εἰσροὴ στὴν χώρα τους, μεταναστῶν.

     Ρατσιστὴς εἶναι αὐτός, ποὺ ἐπιβάλλει  μία κατάσταση καταπιεστικὴ καὶ  ὄχι αὐτὸς ποὺ τὴν ὑφίσταται. Εἶναι ὁ θύτης καὶ ὄχι τὸ θῦμα. Ρατσιστὲς ἑπομένως εἶναι, αὐτοὶ ποὺ μᾶς ὑποχρεώνουν νὰ γίνουμε μειονότητα στὴν χώρα μας καὶ μᾶς ἐπιβάλλουν τὴν παρουσία τόσων ξένων καὶ μάλιστα ἐχθρικῶν φυλῶν, ποὺ τοὺς φανατίζουν ἐκ συστήματος ἐναντίον μας. Πληθυσμῶν ξένων πρὸς τὴν θρησκεία μας καὶ τὸν πολιτισμό μας, πρὸς τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔθιμά μας.

     Βέβαια  φταῖμε, ποὺ τώρα βρισκόμαστε σὲ αὐτὴν τὴν ἀλγεινὴ θέση. Διότι μπορεῖ νὰ μὴν εἴμαστε ρατσιστές, ἀλλὰ εἴμαστε ἀτομιστές (ἑαυτούληδες) καὶ εἶναι γι’ αὐτὸν τὸν λόγο ποὺ πρέπει νὰ ἔχουμε ἐνοχές.

     Ἀποδειχθήκαμε ἄχρηστοι στὴν πλειοψηφία μας, γιατί δὲν κάναμε τὸ χρέος μας νὰ κρατήσουμε ἄσβεστο τὸν λύχνο τῆς πνευματικῆς μας ὑπόστασης καὶ νὰ ἐκχριστιανίσουμε τοὺς γύρω μας μὲ τὸ παράδειγμά μας, ἀλλὰ ἐξ’ ἀμελείας καὶ ραθυμίας, παρασυρθήκαμε στὸν ὑλικὸ εὐδαιμονισμὸ καὶ λησμονήσαμε τὸν Θεὸ καὶ δὲν ἀξιοποιοῦμε τὸν πνευματικὸ πολιτισμό, ποὺ ὑπάρχει καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ παράγεται στὸν τόπο μας ἀπὸ ἄτομα προικισμένα, ποὺ ἡ φωνή τους δὲν θὰ χαθεῖ καὶ δὲν θὰ σβήσει στὸ πέρασμα τοῦ χρόνου, ἀλλὰ θὰ φωτίσει καὶ πάλι τὴν ταλαίπωρη ἀνθρωπότητα ἐν καιρῷ. Γιατί τὸ Πνεῦμα καὶ ὅσοι τὸ ὑπηρετοῦν, μένουν πάντα στὴν Αἰωνιότητα, ἐνῷ οἱ ἀνάξιοι νὰ τὸ κρατήσουν ἐκπίπτουν ἀναγκαστικὰ καὶ χάνονται.

    Ὅποιος  ἐπιζητεῖ τὴν Αἰωνιότητα, ὀφείλει  νὰ βαδίσει πρὸς τὴν Τελειότητα, ἀκολουθῶντας τὴν ἐν Χριστῷ ζωὴ καὶ τὸ παράδειγμα αὐτῶν ποὺ κατάφεραν νὰ τὴν πραγματώσουν.