30/01/2010
Γράφει ἡ Ναυσικᾶ Παπαϊωάννου
Τά τελευταῖα χρόνια, δυστυχῶς, ἔχει ἐπικρατήσει μία τάση νά καταργηθοῦν τά ὅρια μεταξύ καλοῦ καί κακοῦ, καί ἀκόμα χειρότερα, νά ἀντιστραφοῦν οἱ ἀξίες, νά παρουσιασθεῖ τό μαῦρο ὡς ἄσπρο καί τό ἀντίθετο, μέ στόχο τήν πλήρη σύγχυση τῶν ἐννοιῶν καί τήν ἀποσάρθρωση τῆς ἠθικῆς ὑποστάσεως τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτό δέν φαίνεται καί τόσο τυχαῖο φαινόμενο, γιατί γίνεται μέ ἐπιμονή καί μεθοδολογία. Φαίνεται σἄν κάποια σκοτεινή δύναμη στόν κόσμο νά ἔχει συγκεκριμένα συμφέροντα καί μία συγκεκριμένη κοσμοθεωρία, γιά νά καταφέρνει τόσο συστηματικά καί μεθοδευμένα τήν διείσδυση τόσης διαστρέβλωσης στό ἐννοιολογικό πεδίο, καθώς καί τήν ἀπορρύθμιση, ἀποσυντονισμό καί ἀποδιοργάνωση τῶν ζωτικῶν λειτουργιῶν τοῦ ἀνθρώπου, ὥστε πατῶντας στίς καλλιεργημένες πλέον ἀδυναμίες του γιά μία εὔκολη καί ἀπροβλημάτιστη ζωή, νά τόν πείθει στήν μεγάλην του πλειοψηφία νά ἐνστερνισθεῖ ἀπόψεις ἀπαράδεκτες γιά τήν κοινήν λογική, τοῦ τύπου π.χ. τῆς ἐπίπεδης σκέψης πού ὅλοι γνωρίζουμε :
Τό μπουζούκι εἶναι ὄργανο,
ὁ ἀστυφύλακας εἶναι ὄργανο,
ἄρα,
ὁ ἀστυφύλακας εἶναι μπουζούκι.
Καθηγητές καί γονεῖς, σπουδασμένοι καί ἀμόρφωτοι, «συντηρητικοί» καί «προοδευτικοί», ἔχουν προσχωρήσει ἐντελῶς ἀστόχαστα καί χωρίς νά τό συνειδητοποιοῦν καλά καλά στό νά ἐνστερνίζονται διαστρεβλωμένες τίς ἔννοιες τῶν λέξεων. Πρόκειται γιά μία σύγχυση καί ἀποπλάνηση πού δημιουργεῖ ὁ σοφιστικός τρόπος σκέψης. Γιά νά τό πῶ ἁπλᾶ, οἱ ἄνθρωποι ἐθίζονται στό νά κάνουν τόν ἔξυπνο καί ὄχι στό νά ἀναζητοῦν τήν Ἀλήθεια καί τήν Οὐσία.
Μία ἀπό τίς πρῶτες καί κύριες ἔννοιες, πού ἔχει πληγεῖ καίρια, εἶναι ἡ ἔννοια τῆς Ἐλευθερίας. Ἐδῶ ἔχει ἐπιτευχθεῖ μία πλήρης διαστρέβλωση καί τείνει πλέον νά ἐπικρατήσει ἐπισήμως ὅτι ἡ Ἐλευθερία εἶναι τό «νά κάνει ὁ καθένας ὅ,τι θέλει». Ἐμεῖς ὅμως στήν γλῶσσα μας γνωρίζουμε, ὅτι τό νά κάνει ὁ καθένας ὅ,τι θέλει, ὀνομάζεται ἀσυδοσία καί πώς ἡ ἐπικράτησή της ἔχει ὀλέθριες συνέπειες στήν ἀνθρωπότητα, τίς ὁποῖες γευόμαστε ἤδη ἐδῶ καί χρόνια.
Πῶς, λοιπόν, χωρίς νά τό καταλάβουμε, κατέληξε ἡ Ἐλευθερία νά εἶναι ταυτόσημη μέ τήν ἀσυδοσία; Χάρις στήν ἀσάφεια καί γενικότητα μιᾶς διατύπωσης, πού περνάει ὕπουλα στό ὑποσυνείδητο κάθε ἐπαναπαυμένου ἀτόμου. Κι’ ὅμως, ἄν Ἐλευθερία ἦταν τό νά κάνει ὁ καθένας ὅ,τι θέλει, δέν θά χρειαζόταν τόση πληθώρα νόμων γιά νά τήν ἐλέγξουμε καί νά τήν περιορίσουμε, ἐπειδή αὐτή ἀνήκει στά ὕψιστα ἀγαθά, καί εἶναι κανόνας ἀπαράβατος ὅτι ἡ ἐφαρμογή μιᾶς ἀντικειμενικῆς ἀξίας ὠφελεῖ τούς πάντες καί δέν βλάπτει κανέναν κατ’ οὐσίαν. Ἄρα Ἐλευθερία δέν μπορεῖ σέ καμμία περίπτωση νά σημαίνει κάτι τέτοιο.
Μία πρώτη ἔννοια τῆς Ἐλευθερίας εἶναι ἡ αὐτοδιάθεση, ἡ ἄλλως λεγομένη «Ἐλευθέρα Βούλησις», τήν ὁποίαν ἔδωσε ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο καί κανείς δέν μπορεῖ νά τοῦ τήν ἀφαιρέσει. Αὐτή ὅμως ἡ Ἐλεύθερη Βούληση εἶναι κάτι ἐντελῶς συγκεκριμένο. Πρόκειται γιά μία ἐλευθερία ἐπιλογῆς ἀνάμεσα στήν Κατάφαση στόν Θεό ἤ στήν Ἄρνησή Του. Ἑπομένως, ὁ ἄνθρωπος μέσῳ τῆς Ἐλευθέρας Βουλήσεώς του ἤ ἀποδέχεται τόν Θεό ὡς Δημιουργόν του καί γίνεται θεοκεντρικός ἤ Τόν ἀρνεῖται καί γίνεται ἐγωκεντρικός, δηλαδή κάνει κέντρο περιστροφῆς του τόν ἑαυτόν του.
Ἄς δοῦμε λοιπόν τώρα τίς συνέπειες, πού ἔχει ἡ κάθε μία ἀπό τίς παραπάνω ἐπιλογές.
Ὅταν ἕνας ἄνθρωπος ἀναγνωρίσει τόν Θεό ὡς Δημιουργόν, ἀναγνωρίζει καί τήν Δημιουργίαν Του καί τόν ἑαυτόν του ὡς δημιούργημα καί ἔχει τήν ἔμφυτη τάση νά ὁμοιωθεῖ πρός τόν Δημιουργόν του. Ποθεῖ νά ἀποκτήσει ὅλες ἐκεῖνες τίς θεῖες ἰδιότητες, πού Τόν χαρακτηρίζουν καί νά γευθεῖ τίς καταστάσεις πού Ἐκεῖνος γεύεται καί ἀπό Ἐκεῖνον ἀπορρέουν. Μέσα σ’ αὐτές, συγκαταλέγεται καί τό αἴσθημα τῆς Ἐλευθερίας. Ἡ Ἐλευθερία λοιπόν, ἡ ὁποία βρίσκεται μόνον στήν σύνδεση μέ τόν Θεό, εἶναι ἐκείνη ἡ ὑπέροχη αἴσθηση τῆς ἀπεριόριστης διάχυσης στό Σύμπαν, χωρίς τούς φραγμούς τοῦ χώρου καί τοῦ χρόνου, ἡ κατάλυσις κάθε χωριστικότητος καί ἡ ἁρμονική σύμπλευση σέ μία ἑνότητα μέ ὁλόκληρο τό Σῶμα τῆς Δημιουργίας, χωρίς νά χάνεται ἡ συνείδηση τῆς ἀτομικότητος τοῦ καθενός, ἡ συνάντηση πρόσωπο μέ Πρόσωπο, σέ μία πλήρη καί ἀπρόσκοπτη ἐπικοινωνία Ἀγάπης. Αὐτή εἶναι ἡ τέλεια Ἐλευθερία πού, γιά νά τήν γευθεῖ κανείς, πρέπει νά φθάσει στήν Ἁγιότητα καί στήν Θέωση. Ἀγωνιζόμενος ὅμως στόν δρόμο τῆς ἀρετῆς, κατακτᾶ σιγά σιγά τίς διάφορες βαθμίδες τῆς Ἐλευθερίας, πού εἶναι πρῶτα ἀπ’ ὅλα, νά ἐλευθερωθεῖ ἀπό τά πάθη του καί ἀπό τίς ἐξαρτήσεις του.
Βλέπουμε λοιπόν, ὅτι ἡ Ἐλευθερία στήν πραγματικότητα εἶναι μία κατάσταση πού βιώνει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἀπαλλαγεῖ ἀπό τήν σκλαβιά τῶν διαφόρων «θέλω» του καί ὄχι μία κατάσταση, ὅπου ἀσκεῖ ἀνεξέλεγκτα ὅλα αὐτά τά ἀλληλοσυγκρουόμενα συχνά «θέλω» του. Εἶναι μία κατάσταση ἐσωτερικῆς ἑνότητας, ὅπου εἶναι ὁ Ἑαυτός του καί ἐκπληρώνει ἀβίαστα τήν ἐντελέχειά του. Ὑπ’ αὐτήν τήν ἔννοιαν, ἡ Ἐλευθερία εἶναι ἕνα ἀγαθό, τό ὁποῖο δίδεται ἀπό τόν Θεό στόν ἄνθρωπο, ὡς δυνατότητα μόνον, καί χρειάζεται σκληρούς καί ἐπίπονους ἀγῶνες ἐκ μέρους του, γιά νά τήν κατακτήσει.
Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος ἐπιλέξει νά ἀρνηθεῖ τόν Δημιουργόν του, ταυτόχρονα, εἴτε τό θέλει εἴτε ὄχι, ἀρνεῖται καί τήν δυνατότητα τῆς Ἐλευθερίας καί ἐγκλωβίζεται στά στενά καί ἀσφυκτικά πλαίσια τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ του (τῆς ἐγωπάθειας). Κάνοντας ἐπίκεντρο τόν ἑαυτόν του, ἀποκόβεται ἀπό τήν συνείδηση ὅτι εἶναι μέρος τοῦ ἑνιαίου Σώματος τοῦ Σύμπαντος καί ὅτι τρέφεται ἀπό αὐτό, καί ἐνεργεῖ σἄν ἀνεξάρτητη μονάδα, δημιουργῶντας ἑστίες ἀνωμαλίας. Ἀπό ἐναρμονισμένος μέ τό Σύνολο, γίνεται ἀμυντικός καί ἐχθρικός πρός αὐτό καί ὑψώνει χωριστικά τείχη γύρω του, χτίζοντας μόνος του τήν φυλακή του. Μέ λίγα λόγια, ἀρχίζει νά ἐνεργεῖ σἄν καρκινικό κύτταρο. Καί ὅταν τά καρκινικά κύτταρα πολλαπλασιάζονται, πριονίζουν τό κλαδί στό ὁποῖο κάθονται.
Αὐτή ἡ κατάσταση τῆς ἀνταρσίας στό γενικό – ἄρα καί στό προσωπικό μας – συμφέρον, ὀνομάζεται ἀσυδοσία. Καί εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι σ’ αὐτήν τήν κατάσταση, ὁτιδήποτε κάνει ὁ ἄνθρωπος εἶναι καταστροφικό καί γιά τόν ἑαυτόν του καί γιά τόν κόσμο, πού τόν περιβάλλει.
Ἑπομένως ἀσυδοσία εἶναι ἐκείνη ἡ κατάσταση, ὅπου ὁ ἄνθρωπος ἐγκλωβίζεται στά δικά του στενά πλαίσια, ἡ θέαση τοῦ Συνόλου χάνεται γι’ αὐτόν, ὁ Κόσμος κατακερματίζεται σέ στεγανά διαμερίσματα ἀλληλοσυγκρουομένων συμφερόντων, μέ ἀποτέλεσμα νά ζῆ στό ἄγχος, στήν ἀγωνία καί σέ ἕνα διαρκῆ ἀνταγωνισμό, πού τόν γεμίζει ἀρνητικά συναισθήματα. Αὐτή ἡ κατάσταση εἶναι ἀδιέξοδη, καί ξεκινῶντας ἀπό τίς πιό ἁπλές παράνομες πράξεις κλιμακώνεται μέχρι τήν ἐγκληματική παράνοια τῶν φόνων καί τῶν πολέμων.
Ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος πού ἐνστερνίζεται τήν ἀσυδοσία, εἶναι καιρός νά συνειδητοποιήσει ὅτι μ’ αὐτήν του τήν πράξη γίνεται ὑποχείριο καί ὑπηρέτης αὐτῆς τῆς σκοτεινῆς δύναμης, ἡ ὁποία προσπαθεῖ νά ἐπικρατήσει στόν κόσμο καί ὅτι ἔχει μεγάλη εὐθύνη γιά τά ἐγκλήματα πού γίνονται γύρω μας. Δέν ἐπιτρέπεται λόγῳ ἐπιπολαιότητας καί μικροεγωϊσμῶν νά συγχέουμε τόσο ἐκ διαμέτρου ἀντίθετες ἔννοιες, καί ἰδιαίτερα οἱ δάσκαλοι καί οἱ γονεῖς, οἱ ὁποῖοι ἔχουν τήν εὐθύνη τῆς διαπαιδαγώγησης τῶν νέων. Εἶναι καιρός νά δοῦμε μέ ὡριμότητα καί παραδοχή τά ἐλαττώματά μας, νά προσπαθοῦμε νά τά περιορίσουμε ἤ, μακάρι, καί νά τά διορθώσουμε, καί σέ περίπτωση πού δέν κατορθώνουμε νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό αὐτά, νά ἔχουμε τό θάρρος νά ἀποτρέπουμε τά παιδιά καί τούς νέους ἀπό τό νά μᾶς μοιάσουνε.
Δημοσιεύθηκε στίς 7/5/2008 στήν ἡμερησία ἐφημερίδα τῆς Καλαμάτας ΣΗΜΑΙΑ